Τα ταξίδια - αστραπή δεν είναι ωραία.
Γίνονται με άγχος, είναι κακοσχεδιασμένα και ένα ταξίδι εξελίσσεται σε μαρτύριο αν κοιτάζεις συνέχεια το ρολόι σου.
Όταν όμως δεν γίνεται αλλιώς, ρίχνεις τη φωτογραφική μηχανή στην τσάντα και ξεκινάς. Μπορεί να βγει και κάτι καλό!
Η σημερινή ανάρτηση θα έχει φλυαρίες. Σας προϊδεάζω για να μη λέτε ...
Πρωί Σαββάτου, με ορμητήριο την Πάτρα ξεκινάμε για την Πράμαντα.
Φτάνουμε στην Αμφιλοχία και αντικρίζουμε τη θάλασσα. Ο καιρός είναι θαυμάσιος για Οκτώβρη.
Η Αμφιλοχία στέκεται ξαπλωμένη στην πρωινή δροσιά του φθινοπώρου.
Στρίβουμε δεξιά και σταματάμε στο καφενείο "Ήπειρος". Απέναντι μας η θάλασσα. Οι κλασσικές καφετέριες με τον θόρυβο τους είναι από την άλλη πλευρά της πόλης. Εδώ τα πράγματα είναι πιο οικογενειακά.
Ο Πραμαντιώτης ιδιοκτήτης, μας θυμάται από το προηγούμενο ταξίδι μας, πριν 2 χρόνια. Θυμάμαι κι εγώ το θαυμάσιο καναρίνι που είχε και μας κελαηδούσε. Πάει, μου λέει, πήδηξε μια γάτα στο κλουβί του και το έριξε κάτω. Ένας ο Μητροπάνος που έφυγε και ένα αυτό το καναρίνι. Ντουέτα στον Παράδεισο!
Επόμενη στάση στη στρατιωτική γέφυρα του Γεφυριού της Πλάκας. Είναι σιδερένια με ξύλινο δάπεδο τύπου "Μπέλεϊ" και κατασκευάστηκε το 1960 για να περνούν τροχοφόρα.
Όσο βγάζω μερικές φωτογραφίες με πλησιάζει ένας κύριος με αγαθή φάτσα που κρατάει σακκούλες με κάστανα. Είναι κάστανα Ροδαυγής, μου λέει, φετινά και πολύ νόστιμα.
Επειδή φημίζομαι για την αγάπη μου για τα εκλεκτά εδέσματα τον ακούω και μετράω ταυτόχρονα από μέσα μου πόσες φορές έχω πιαστεί κορόϊδο σε ανάλογες περιπτώσεις. Πολλές φορές! Έχω αγοράσει κάστανα που όταν έβρασαν ήταν μισοσάπια και άνοστα, γλυκά του κουταλιού, σπιτικά δήθεν, που εμφανώς είχαν μεταγγιστεί σε βαζάκια από τεράστια βιομηχανοποιημένα 50κιλα κουτιά, πατάτες όλο σκουλίκια, τζούφια σκόρδα κλπ. κλπ.
Είναι γνωστό σε όσους με ξέρουν ότι έχω ένα πρόβλημα με το "όχι". Εάν είχα μετεμψυχωθεί σε δικτάτορα Μεταξά το 1940, θα ήμαστε και τυπικά γερμανική κτήση από χρόνια. Έτσι, είπα ναι στον κυριούλη και πήρα μια τσάντα κάστανα των 2 κιλών, με 5 ευρώ.
Από τη στρατιωτική γέφυρα βλέπω το γεφύρι της Πλάκας που σχεδίασε και έχτισε ο μαστρο - Μπέκας το 1866, από τον Ιούλιο μέχρι το Σεπτέμβριο. Όταν ο ποταμός Άραχθος έγινε το σύνορο της Ελλάδας, με τη συνθήκη του Βερολίνου, το γεφύρι αποτέλεσε κι αυτό σύνορο και δημιουργήθηκε τελωνείο, ελληνικό και τουρκικό αντίστοιχα (1881-1912). Με την απελευθέρωση της υπόλοιπης Ηπείρου το 1912, το γεφύρι επέστρεψε και πάλι στους Τζουμερκιώτες κατοίκους του.
Στο δρόμο για την Πράμαντα φωτογραφίζω ένα μοναχικό ελατάκι που περιμένει το χειμώνα.
Σε υψόμετρο 840 μέτρα ξεπροβάλλει η Πράμαντα, όπως αρέσκονται να τη λένε οι ντόπιοι, ή τα Πράμαντα όπως επιμένουν να την προσφωνούν οι μη γνωρίζοντες. Η προέλευση της λέξης είναι πιθανόν σλάβικη. Άλλοι υποστηρίζουν ότι προέρχεται από τη λέξη Πρόμαντα διότι λειτουργούσε ως προμαντείο της Δωδώνης. Το πιθανότερο είναι να κατέληξε το όνομα από τη λέξη πράματα που σημαίνει στη ντοπιολαλιά τα κατσίκια και τα πρόβατα που αποτελούσαν την κύρια ασχολία και πηγή εσόδων των κατοίκων.
Η βρύση του Αράπη με τα τσίγκινα τάσια για να πίνεις νερό.
Είχα να δω τάσια από τότε που παιδάκι σταματούσαμε με τα πούλμαν στα Τέμπη για να πιούμε νερό από τον περίβολο της εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής.
Ιδού και η ιστορία της βρύσης. Γύρω της ο υπεραιωνόβιος πλάτανος της πλατείας.
Στο βάθος διακρίνονται οι κορυφογραμμές των Τζουμέρκων αλλά ακριβώς πριν, βλέπουμε τη χασαποταβέρνα του Μπούντζα, στην οποία καταλύσαμε, με ανοιγμένη όρεξη λόγω του καθαρού αέρα των βουνών.
Η θέα από την πρόσφατη επέκταση της χασαποταβέρνας στο πλάι.
Τα άξια λόγου εδέσματα περιλάμβαναν γαλοτύρι σπιτικό, στριφτή τυρόπιτα στο τηγάνι, φέτα ψητή πολύ νόστιμη και ιδιαίτερης γεύσης καθώς και κρεατικά στα κάρβουνα βέβαια.
Το επιστέγασμα αποτέλεσε το γλυκό κουταλιού καρπούζι το οποίο έφαγα για πρώτη φορά απορώντας πώς μου είχε διαφύγει τόσα χρόνια. Ως γνωστόν δοκιμάζω τα πάντα από φαγητά και γλυκά μήπως και χάσω καμιά γεύση (μέσα σε λογικά πλαίσια εννοείται).
Να και η Στρογγούλα σε ύψος 2.170 μέτρα.
Η Πράμαντα είναι χτισμένη αμφιθεατρικά στους πρόποδες της και πραγματικά είναι επιβλητική.
Κάποτε έπρεπε να επισκεφθώ έναν παππού Πραμαντιώτη στο νοσοκομείο. Όταν τον βρήκα στο κρεβάτι του και τον ρώτησα τι κάνει, μου απάντησε στοχαστικά "Πάω για τη Στρογγούλα". Αυτό στη γλώσσα του σήμαινε ότι είχε ξεκινήσει τις διαδικασίες για το μεγάλο ταξίδι του. Όνειρο των παλιών Πραμαντιωτών ήταν να θαφτούν στην πατρίδα τους κάτω από τον ίσκιο της Στρογγούλας.
Αφήνουμε την Πράμαντα αφού έχω προλάβει να :
1. επισκεφθώ τον φούρνο που η μοσχοβολιά του ψωμιού και η προτροπή του Πραμαντιώτη - Αμφιλοχιώτη μου έχουν υποδείξει. Αγοράζω ψωμί και κάτι χειροποίητα μικρά μοσχοβολιστά κεκάκια. Cupcakes σου λένε μετά οι νερόβραστοι οι Εγγλέζοι. Ελάτε χρυσά μου να δείτε γεύση εδώ και μετά συζητάμε!
2. αγοράσω τοπικά γλυκά από τα σπάνια, δηλαδή καρυδάκι και αγριόσυκο. Το γλυκό καρυδάκι ευδοκιμεί στην περιοχή της Άρτας και έχει ένα σιρόπι ... όνειρο!
Κοντεύουμε στη Ροδαυγή.
Έχω κρατήσει μια νοερή σημείωση ανεβαίνοντας.
Πήρε το μάτι μου μια γιαγιά που πουλούσε κάτι στη γωνιά του δρόμου.
Ξαναβρίσκω τη γιαγιά στη θέση της (ουφ! ευτυχώς) και διαπιστώνω ότι πρόκειται για γλυκά κουταλιού φτιαγμένα από την ίδια. Αυτό είναι τύχη! Αποφάσισα να αγοράσω πάλι τα σπάνια : ολόκληρο λεμονάκι, καρυδάκι (και πάλι αλλά made by giagia) και καρπουζάκι. Είχε καρπουζάκι σαν κι αυτό της ταβέρνας! Αλλά δυστυχώς το είχαν αρπάξει και είχε μόνο ένα βάζο. Η γιαγιά είχε κολλημένη μια χαρτοταινία σε κάθε βάζο με τα παιδικά της γράμματα : καρυδάκη, καρπουζάκη, λεμονάκη! Συλλεκτικά!
Η κοιλάδα του Αράχθου, πανέμορφη αλλά χωρίς καθόλου φθινοπωρινά χρώματα.
Να και η λίμνη Πουρναρίου στην κοιλάδα του Αράχθου.
Περνάμε τη γέφυρα του Ρίου - Αντιρρίου καθώς ο ήλιος δύει με ταχύτητα.
Πίσω στη βάση μας στην Πάτρα.
Υστερόγραφα
1. Τα κάστανα που πήρα από τον κυριούλη είναι μακράν τα καλύτερα κάστανα που έχω φάει ποτέ !!!! Αριστουργήματα υπό μορφή καστάνων !!!! Μπουχουχου !!! Γιατί δεν πήρα κι άλλα ????
Μήπως θα πάει κάποιος προς γεφύρι Πλάκας για να του παραγγείλω να μου αγοράσει ????
2. Το καρπουζάκι της γιαγιάς ήταν ένα ποίημα !!!! Χτες, έτυχε να διαβιώ κατά μόνας και πέρασα ένα καταπληκτικό βράδυ αγκαλιά με το βάζο και τον "Καλόγερο" (του Matthew Lewis). Όπως λέει και ο Ουμπέρτο Έκο στο "Κοιμητήριο της Πράγας" δια στόματος Λοχαγού Σιμονίνι, αναφερόμενος σε μαγειρικές "το να σου τρέχουν τα σάλια είναι καλύτερο από μία στύση". Ε, όχι κι έτσι κύριε Έκο! Μην τα ισοπεδώνουμε όλα !!!