Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011

LUBECK

Ωραίο το Αμβούργο αλλά διακατέχομαι από την επιθυμία να περπατήσω σε μια μεσαιωνική πόλη! Θυμάστε τις περιπλανήσεις μου σε διάφορες μεσαιωνικές πόλεις της Γερμανίας. Οι πληροφορίες μου μιλούσαν για το κοντινό Lubeck (πώς μπαίνουν τα καταραμένα umlaut?).
Βγαίνω από το σιδηροδρομικό σταθμό μαζί με την απαραίτητη παρέα. Χμ...
Η θέα της μεσαιωνικής πόλης στο βάθος, με τα audi και τις mercedes περιμετρικά, με προσγειώνει ανώμαλα. Ζω στο σήμερα, ας προσγειωθώ (αν και πουλί) ...


Ευτυχώς που το βιονικό μου μάτι συλλαμβάνει μια παράπλευρη είσοδο μακριά από την τεχνολογική εξέλιξη, αρκούντως ρομαντική και περιποιημένη.
Ο φύλαξ - άγγελος Λέων κοιμάται ήσυχος ότι κανένας μας δε θα απειλήσει το βασίλειο του.

Η Holstentor, η μεσαιωνική πύλη του Lubeck (με umlaut, δηλ.τις δύο τελείες στο u και την ανάλογη προφορά) κοσμούσε το παλιό χαρτονόμισμα των 50 μάρκων.
Οι χαρακτηριστικοί κυκλικοί δίδυμοι πύργοι, που χωρίζονται από ένα αέτωμα του 1464, είναι έργο του αρχιτέκτονα Hinrich Helmstede.
Σήμερα στεγάζει το Ιστορικό Μουσείο της πόλης.
Στο βάθος φαίνονται τα κτήρια που αποθηκευόταν το αλάτι, ο λευκός χρυσός όπως τον αποκαλούσαν και που ερχόταν στην πόλη από το Luneburg.

Περνάμε από την πύλη και με μιάς βρισκόμαστε στην καρδιά της πόλης. Ποδηλάτες, αυτοκίνητα και άνθρωποι που πηγαίνουν στις δουλειές τους.
Εδώ ξεκινούν οι πρώτες γκρίνιες. Αναγκάζομαι να υπομένω στωικά τα σχόλια. Α! Τι πόλη είναι αυτή? Πού είναι τα μεσαιωνικά σπίτια? Μπα, δε λέει τίποτα. Να φύγουμε.
Τι τραβάω!
Τους πείθω να μπούμε στα στενά.

Θαυμάσια ζωγραφισμένη είσοδος. Το σφυρήλατο φανάρι συμπληρώνει την ομορφιά του πινέλου. Μαγνητίζομαι.


Με απορροφά η κίνηση της πόλης. Γυρίζω το βλέμμα παντού με ευχαρίστηση. Η πόλη σφύζει από ζωή. Ο καιρός είναι θαυμάσιος για φθινοπωρινό βορρά. Σχεδόν με κοντομάνικα....
    

Η Altstadt, η παλιά πόλη, βρίσκεται σε ένα νησί που περιβάλλεται από τον ποταμό Trave και τα κανάλια του. Κάνω όνειρα ότι θα πάρουμε το καραβάκι και θα κάνουμε τον ποταμίσιο γύρο, θαυμάζοντας τις πρασινάδες που κρέμονται στα νερά και ντύνουν τα μεσαιωνικά κτήρια.


Τα έργα ανάπλασης που γίνονται στο κέντρο ποσώς με φρενάρουν από το να θαυμάσω τις στοές στην κεντρική πλατεία.
Πέτρες αιώνων και πορτοκαλιοί διαχωριστικοί κώνοι οδικών έργων ομού με κοκκινόασπρα διαχωριστικά του σήμερα, σε αρμονική συνύπαρξη...


To 1987, η Unesco ένταξε την πόλη και τα περισσότερα από 1000 κτήρια της στον κατάλογο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.


Ο Δούκας Ερρίκος ο Λέων σχεδίασε την παλιά πόλη και ξεκίνησε να χτίζει τη μεγαλοπρεπή Dom.


Στο κτήριο με το καφε-κόκκινο τουβλάκι, οι εξωτερικές μονάδες των κλιματιστικών έχουν παρεμφερές χρώμα και δεν "σκοντάφτουν" στο μάτι.
Όλα μελετημένα. 


Η πόλη είχε πολλές εκκλησίες μεν αλλά ο αληθινός θεός της ήταν το εμπόριο.
Μεγάααααλη εμπορική δύναμη της εποχής της. Τι λέω?
Για 3-4 αιώνες διαμόρφωσε την κύρια πολιτική του εμπορίου της Βαλτικής και μεγάλου μέρους της Ευρώπης.  


Δε λείπουν οι υπαίθριες μουσικές στην πεζοδρομημένη παλιά πόλη.


Ούτε οι μικρούληδες απόγονοι των παλιών εμπόρων που πουλάνε τα παλιά τους παιχνίδια.


Τα σπίτια των πάλαι ποτέ κραταιών εμπόρων διασώζονται στην παλιά πόλη.


Πύργοι και πυργίσκοι ναών.


Μια σικάτη δεσποινίς με προσεγμένες ροζ-γκρι στυλιστικές επιλογές κάθεται από τώρα στο σβέρκο ενός άνδρα.


Η πόλη, ανέκαθεν περήφανη, πλούσια και ανεξάρτητη βίωσε τη ναζιστική κατοχή και προσαρτήθηκε στη Γερμανία μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.


Το Lubeck υπήρξε η βασίλισσα της Χανσεατικής΄Ένωσης, η οποία ιδρύθηκε από πλούσιους εμπόρους τον 12ο αιώνα για λόγους αποκλειστικά και μόνο προστασίας των συμφερόντων τους. Hanse στη μεσαιωνική γερμανική σήμαινε συνεταιρισμός.
Μεγάλη δύναμη λοιπόν! Προγιαγιά του ΟΗΕ ίσως με οικονομικές προσεκβολές. 
Έκτοτε, ούτε τα σκοτάδια του μεσαίωνα, ούτε οι πολυποίκιλες συμμαχίες των εποχών που έρχονταν και έφευγαν, ούτε οι θρησκευτικές διαμάχες κατόρθωσαν να κουνήσουν την ένωση. Κραταιά!!!
Αδιατάρακτη η αέναη ροή του χρήματος ανά τους αιώνες.


Η γκρίνια στην ατμόσφαιρα έχει κορυφωθεί από ώρα.
Η μεσαιωνική πόλη δεν αρέσει στην παρέα μου. Μέσα τους μου καταλογίζουν την επιμονή μου να έρθουμε. Περίμεναν να δουν ανθρώπους με μεσαιωνικά ρούχα, ξέρετε, εκείνα με τα μυτερά και στρογγυλά πραματάκια που είναι σαν τσουβάλια, να τριγυρνάνε στην παλιά πόλη και να πουλάνε χήνες και λαχανικά! Κάτι σαν το σκηνικό του Ρομπέν των Δασών, με Ρομπέν τον Κέβιν Κόστνερ.
Τυφλοί άνθρωποι! Για ακόμα μια φορά στη ζωή μου συνειδητοποιώ ότι περιβάλλομαι από τυφλούς!
   

Αδυνατούν να απολαύσουν την πόλη όπως είναι, ένα μίγμα δηλαδή παλιού και νέου. Μια σύγχρονη χαριτωμένη πόλη με μεσαιωνική αύρα, η οποία προσπάθησε να διατηρήσει την ιστορία της.
Αδυνατούν να κινητοποιήσουν την (ανύπαρκτη, γιατί γκρινιάζω?) φαντασία τους.


Ένα προσεκτικό μάτι παρατηρεί ότι η πύλη έχει μια κλίση. Δεν κάνει λάθος αυτό το μάτι. Η κλίση είναι λόγω του βαλτώδους εδάφους πάνω στο οποίο είναι χτισμένη.

Και να σκεφτείτε ότι τον 19ο αιώνα παραλίγο η πύλη να κατεδαφιστεί. Σε μία μόνο ψήφο διαφορά στο δημοτικό συμβούλιο της πόλης οφείλει τη μη κατεδάφιση και αργότερα ανάπλαση της. Για να μη λέτε ότι τέτοια γίνονται μόνο στην Ελλάδα.......
Η επιγραφή SPQL στα λατινικά σημαίνει "για τη σύγκλητο και το λαό του Lubeck" και αντιγράφει την αντίστοιχη της Ρώμης, SPQR.
Η ζήλεια αποτελεί διαχρονικό συναίσθημα!


Έχουμε πάρει το δρόμο του γυρισμού τρέχοντας. Να φύγουμε, είναι η επιταγή, να φύγουμε, να προλάβουμε να δούμε την άλλη πόλη, την ωραία, την παραμυθένια.... Τι ήταν αυτή? Τίποτα το ιδιαίτερο....
Τι υφίσταμαι αλήθεια! Πόσες φορές έχω αναγκαστεί να υποφέρω στη ζωή μου ανθρώπους από ευγένεια!  

Επιδερμικοί επισκέπτες του τίποτα.
Γρήγορα βλέμματα, που δεν αφομοιώνουν, δε συγκρατούν, δεν καταλαβαίνουν.
Μόνο για την κατανάλωση και τον κομπασμό το βράδυ στους υπόλοιπους "α! εμείς σήμερα πήγαμε εκεί και είδαμε αυτό". Ανάθεμα κι αν είδες τίποτα. Θα το ομολογήσεις άραγε ποτέ στον εαυτό σου? Όχι βέβαια! Για έναν εγωισμό ζεις!


Η γέφυρα μάς οδηγεί μακριά από το νησάκι της παλιάς πόλης. Επιστρέφουμε στον σιδηροδρομικό σταθμό.


Τη γέφυρα στολίζει, ποιος άλλος? Ο Ερμής με το πουγκί του, ο θεός του Εμπορίου.


Ένα γαλάζιο πλεχτό λουλουδάκι περιτυλίχτηκε στο πόδι του αγάλματος περιμένοντας τον ιδιοκτήτη του που το έχασε.
Δεν είδα τίποτα από αυτή την όμορφη πόλη. Έσερνα τις "σαβούρες" μου και αποθήκευα εικόνες για να τις μηρυκάσω αργότερα στο δωμάτιο μου.
Δεν μπήκα στο καραβάκι για να δω το νησάκι από το νερό.
Δεν περπάτησα στα στενά παραδρομάκια της παλιάς πόλης με τα χαμηλά σπιτάκια.
Δεν μπόρεσα να παρατηρήσω καν και να βρω μία από τις 100 και πάνω αψιδωτές εισόδους των μικρών μονοπατιών για τις συνοικίες των χειροτεχνών και των τεχνιτών.
Ούτε τα φτωχοκομεία είδα.
Ούτε αμυγδαλωτά του Lubeck έφαγα.  
Δεν περιεργάστηκα το Δημαρχείο, ένα από τα ωραιότερα της χώρας.
Με το ζόρι πρόλαβα να φωτογραφίσω τις αναγεννησιακές στοές και να νοιώσω το αεράκι ανάμεσα τους.
Δεν τα πάω καλά με τη θρησκεία αλλά μου αρέσει να βλέπω εκκλησίες και εκκλησιαστικά όργανα, πόσω μάλλον να θαυμάσω το μεγαλύτερο μηχανικό όργανο του κόσμου ίσως!
Δεν μπήκα στην εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης για να δω τουλάχιστον τον πίνακα του Τιντορέττο. 
Ούτε είδα το παλιότερο νοσοκομείο της Γερμανίας.
Ούτε πήγα στο Gothmund, ένα γραφικό ψαροχώρι κοντά στην πόλη, ούτε στοTravemunde, το παραλιακό θέρετρο της Βαλτικής, που η πόλη αγόρασε το 1329 για 1060 μάρκα!
Δεν περιπλανήθηκα τόσο όσο να βρω το σπίτι των αδελφών Μαν, φόρο τιμής για το "Μαγικό Βουνό" που αποτέλεσε σταθμό στην εφηβική ζωή μου!
Αντίθετα, έκανα ασκήσεις υπομονής και αν(τ)οχής.
Σημαντικό κι αυτό από μία άποψη.




Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2011

ΠΑΡΕΜΒΟΛΗ - ΑΜΒΟΥΡΓΟ


Το Αμβούργο μπαίνει στο φθινόπωρο.
Πέντε είναι οι μυτερές εκκλησίες του που διακρίνονται από ψηλά. Βρίσκομαι επάνω στη μπρούντζινη οροφή σε σχήμα κράνους της πέμπτης, της Michaeliskirche, γνωστής και ως Michel. Αποτελεί ένα από τα δύο σημεία αναφοράς της πόλης.


Το δεύτερο σημείο αναφοράς είναι η ακιδωτή κορυφή του Πύργου της Τηλεόρασης.

Πόλη του Βορρά, δεύτερη σε πληθυσμό μετά το Βερολίνο, μία από τις 16 πόλεις - κράτη της Γερμανίας. Το Αμβούργο, που έχει ακόμη την αίγλη μιας από τις πιο εμπορικές πόλεις του κόσμου, φιλοξενεί τους περισσότερους εκατομμυριούχους από κάθε άλλη πόλη της Γερμανίας.


Το λιμάνι του Αμβούργου είναι ένα από τα μεγαλύτερα της Ευρώπης. Οι μεγαλύτερης ηλικίας κάτοικοι θυμούνται την αέναη δραστηριότητα του λιμανιού με ένα πλήθος ανθρώπων να δουλεύει και να πηγαινοέρχεται όλη μέρα. Στη σημερινή εποχή, οι δραστηριότητες έχουν περιοριστεί στη σιωπηλή συνεχή φορτοεκφόρτωση των κοντέινερς από τους γερανούς και το λιμάνι δε θυμίζει σε τίποτε πια τον παλιό καλό εαυτό του, δημιουργώντας μια θλίψη στους παλιούς.


Η πόλη περιβάλλεται από νερό. Μια άλλου είδους Βενετία, ένα πιο μοντέρνο Άμστερνταμ.


Στις όχθες του ποταμού χτίζεται και χτίζεται και χτίζεται το μέγαρο της μουσικής και τελειωμό δεν έχει. Γκρινιάζουν οι κάτοικοι για τα έξοδα που δεν τελειώνουν ...


Το αρχιτεκτονικό μου απωθημένο ικανοποιήθηκε από αυτή την πόλη. Παλιό και καινούργιο μαζί σε αρμονική συνύπαρξη.


Ημικύκλια, ορθογώνια, τετράγωνα και τρίγωνα. Περιποιημένες ταράτσες και σκεπές.


Ο αέρας σφυρίζει πάνω στην οροφή του Michel και στροβιλίζει γύρω από τη μύτη μου έναν ύπουλο ιό συναχιού.


Τα δέντρα δεν έχουν αποκτήσει ακόμη τα κιτρινοκαφέ φύλλα που τόσο μ΄αρέσουν. Έπρεπε να έρθω 10 μέρες αργότερα για να πετύχω τα αγαπημένα μου φθινοπωρινά χρώματα.


Ο καιρός δε θυμίζει καθόλου τέλος Σεπτέμβρη. Τριγυρνάω με κοντομάνικα και παρατηρώ όσους κάθονται και απολαμβάνουν τον ήλιο. Οι ντόπιοι του βορρά ψοφάνε για λίγο ήλιο, κλείνουν τις ομπρέλες και κάθονται να πιούν τη μπύρα τους στους ξύλινους πάγκους.


Η σήμανση για τους πεζούς στους δρόμους είναι παραπάνω από καλή. Ακόμα κι αν δεν ξέρεις τη γλώσσα, ακόμα κι αν είσαι μόνος, δεν κινδυνεύεις να χαθείς. Τα βελάκια σε προσανατολίζουν στα κυριότερα σημεία της πόλης. Δεν χρειάστηκε να πετάω ψωμάκια για να ξαναβρώ το δρόμο για το ξενοδοχείο μου.


Αναγέννηση στα γαλλικά (Renaissance) ονομάζεται το ξενοδοχείο αυτό που η επιβλητικότητα του και το αρχιτεκτονικό του σχέδιο αδικούνται από τη φωτογραφία μου.


Απλώς περπατάω στην πόλη χωρίς σκοπό. Έχω τις σημειώσεις μου στην τσάντα αλλά βαριέμαι να τις βγάλω και αδυνατώ να φτιάξω ένα πρόγραμμα βόλτας. Τι σημασία έχει ένα ακόμα πρόγραμμα? Ένας από τους λόγους που είμαι εδώ είναι για να κατεβάσω τα ρολά στα παντός είδους προγράμματα....
Βρίσκομαι όμως μπροστά σε ένα πολύ περίεργο αλλά και όμορφο κτήριο. Παρασύρομαι μέσα από την καμάρα του ...


... και τριγυρίζω στον περίβολο. Chile Haus διαβάζω. Αναγκάζομαι να βγάλω τις σημειώσεις μου. Είμαι στην περιοχή των Εμπόρων, την περιοχή όπου ακόμα και σήμερα διακινείται ο πλούτος του Αμβούργου.


Βγαίνω από την άλλη μεριά του κτηρίου και περνάω στο απέναντι πεζοδρόμιο για να θαυμάσω το σχήμα του από μακριά. Μεγαλοπρεπές και πανέμορφο! Χτισμένο το 1924 από τον αρχιτέκτονα Frotz Hoger για χάρη ενός εμπόρου που είχε πάρε δώσε με τη Χιλή, γι΄αυτό και το όνομα.


Στρέφω τη μηχανή μου στους τελευταίους ορόφους. Μοιάζει με ένα τεράστιο επίγειο αγέρωχο κρουαζιερόπλοιο!


Όμως και τα υπόλοιπα κτήρια της περιοχής μοιάζουν με κρουαζιερόπλοια, τα περισσότερα με κόκκινο τούβλο. Πολλά από αυτά τα έκτισε η ομάδα του Hoger.


Μικρή εικαστική λεπτομέρεια από το κτήριο.
Κουτσουμαρισμένοι κύριοι και καλοντυμένες κυρίες μπαινοβγαίνουν όλη την ώρα. Θα πρόκειται για πολυτελή γραφεία εταιριών φαίνεται.


Η αρχιτεκτονική της πόλης δοκιμάστηκε από τη μεγάλη πυρκαγιά του 1842 αλλά και τους δύο παγκόσμιους πολέμους. Παρόλα αυτά ανέκαμψε ταχύτατα και τα σημάδια ξεχάστηκαν.
  

Το Αμβούργο είναι μια σύγχρονη μητρόπολη της εκπαίδευσης (9 πανεπιστήμια), των ΜΜΕ (κινηματογραφικές, τηλεοπτικές, ραδιοφωνικές παραγωγές), των εκδόσεων, της δισκογραφίας. Πόλη δηλαδή με αύρα ελίτ.


Η σχέση της πόλης με το νερό είναι άμεση. Διασχίζεται από 3 ποτάμια, τον Elva, τον Alster και τον Bille. Δημιουργούνται πολλά κανάλια, μικρά και μεγάλα, που ονομάζονται Fleete. Στο κεντρικό κομμάτι της πόλης ο ποταμός Alster δημιουργεί δύο λίμνες.


Την επόμενη μέρα το έφερε η τύχη να βρεθώ στην περιοχή του Speicherstadt, αυτή τη φορά με παρέα. Ο Μανώλης κάνει το μεταπτυχιακό του στην πληροφορική στο Αμβούργο και βρεθήκαμε για μια βόλτα. Απομακρυνθήκαμε από τη βουή της πόλης και περπατήσαμε σε μια ξύλινη γέφυρα ανάμεσα στα κτήρια. Μου έδειξε τις κλειδαριές στα σίδερα της γέφυρας.
  

Το έθιμο θέλει τα ερωτευμένα ζευγάρια να έρχονται και να κλειδώνουν τον έρωτα τους με κλειδαριές στις γέφυρες. Οι κλειδαριές είναι πολύχρωμες και γράφουν ονόματα και ημερομηνίες. Για να πω την αλήθεια βρίσκω το "για πάντα" πολύ αδόκιμο. Δεν μου αρέσουν οι κλειδαριές. Όταν προσπαθήσεις να κλειδώσεις την αγάπη τότε είναι σίγουρο ότι θα την πνίξεις και θα τη χάσεις. Δεν ξέρω γερμανικά αλλιώς θα το έλεγα στο νιόπαντρο ζευγάρι που ήρθε με τον φωτογράφο για τις φωτογραφίες και την κλειδαριά. Αλλά από την άλλη σκέφτηκα να μην τους φαρμακώσω από τώρα.
   

Και να! Από τη γέφυρα και τη θέση που πριν λίγο ήταν το ζευγάρι, τραβάω μια από τις πιο όμορφες φωτογραφίες μου. Βρίσκομαι ανάμεσα στα κτήρια του μεγαλύτερου συγκροτήματος αποθηκών του κόσμου, στο  Speicherstadt, εκεί που το ποτάμι του Alster εκβάλλει στον Elva.
Οι σειρές των πολυόροφων κτηρίων με τα κόκκινα τούβλα και τα αετώματα, το στενό κανάλι σύριζα στους τοίχους, οι γέφυρες στο βάθος, η ησυχία γύρω μου, με κάνει, καθώς βάζω το μάτι μου στο σκόπευτρο της μηχανής, να σκεφτώ ότι κάπως έτσι είναι η ζωή ολόκληρη. Μια μοναχική πορεία, ένα κανάλι ανάμεσα σε ψηλούς τοίχους.
   

Καθώς το ζευγάρι του γαμπρού και της νύφης απομακρύνεται τρισευτυχισμένο, γυρίζουμε με τον φίλο μου πίσω γιατί η γέφυρα κατέληγε σε αδιέξοδο. Οι προηγούμενες σκέψεις και η εμφάνιση του αδιέξοδου επέτειναν την καταθλιπτική μου διάθεση και βιαστήκαμε να φύγουμε προς ένα πιο ζωντανό κομμάτι της πόλης για να ξεχαστώ. Φευ! Λες και οι λυπημένοι συνειρμοί της φωτογραφίας είχαν βαλθεί να επαληθευτούν, επί ώρα, σε όποια μεριά κι αν περπατούσαμε, καταλήγαμε σε αδιέξοδο! Την ονομάσαμε αργότερα γελώντας "βόλτα των αδιεξόδων".


Η περιοχή γύρω από τον Elva βιώνει μια οργιαστική ανοικοδόμηση. Όλος ο καλός κόσμος θέλει να μετακομίσει στη νέα χλιδάτη γειτονιά και η γη αποτιμάται πλέον χρυσάφι εκεί.


Οι αρχιτέκτονες, τηρώντας την παράδοση των προκατόχων τους, συναγωνίζονται και στη σύγχρονη δόμηση, σε φαντασία και σχέδια.


Έχουμε ήδη φύγει από την περιοχή βαδίζοντας προς το κέντρο. Σταματάω να φωτογραφίσω τη συμμετρική πολυκατοικία σε σχήμα πι που είναι τυλιγμένη στην πρασινάδα.
Μου λέει ο φίλος μου για τη μετακόμιση του από τη φοιτητική εστία (όπου όλοι οι φοιτητές δικαιούνται να μείνουν τον πρώτο χρόνο μέχρι να εγκλιματιστούν) σε ένα δυαράκι. Με εντυπωσιάζει λέγοντας μου ότι η σπιτονοικοκυρά του του έδωσε ένα μόνο κλειδί που ανοίγει την εξώπορτα του κτηρίου, την πόρτα του διαμερίσματος του, το δωμάτιο του, το υπόγειο με το πλυσταριό, το γκαράζ ποδηλάτων και το χώρο για τα σκουπίδια. Ένα μόνο κλειδί, που άμα το χάσεις κοστίζει 300 ευρώ και που κρέμεται ως μενταγιόν από το λαιμό όλων των ενοικιαστών βέβαια! Τέτοια οργάνωση!  


Γελάμε και περπατάμε κάτω από τον απογευματινό ανέφελο ουρανό του Αμβούργου.  Μπροστά μας κάποιος φωτογραφίζει το πεζοδρόμιο. Μου έρχεται συνειρμικά στο μυαλό ότι κι εγώ πέρσι, τέτοια εποχή περίπου, φωτογράφιζα το πεζοδρόμιο στο Βανκούβερ γιατί είχε χαραγμένα στο τσιμέντο φύλλα που μπερδεύονταν με τα αληθινά πεσμένα φθινοπωρινά φύλλα.


Ο Μανώλης μου εξηγεί ότι πρόκειται για τις "πέτρες που σκοντάφτεις". Μικρές πλάκες θύμισης βιδωμένες στο σημείο που σκοτώθηκαν εβραίοι πολίτες κατά τη διάρκεια του πολέμου.


Την επόμενη μέρα, στον ελεύθερο χρόνο μου, αποτολμώ πάλι μια βόλτα στα πέριξ. Όπως σε κάθε κεντροευρωπαϊκή ή βορειοευρωπαϊκή πόλη που σέβεται τον εαυτό της, έτσι και εδώ, το ποδήλατο έχει τη θέση του. 


Έχω δει πολλές εκκλησίες στα ταξίδια μου. Πολλές φορές η εκάστοτε παρέα μου αρνείται να μπει μέσα σε εκκλησίες των τόπων που βρισκόμαστε, ανάλογα με το πόσο πολυταξιδεμένη είναι, γιατί υποστηρίζει ότι όλες λίγο πολύ είναι ίδιες.
Λάθος. 
Όπως από κάθε άνθρωπο μπορεί κάτι να αποκομίσεις, έτσι και κάθε μέρος μπορεί με το δικό του τρόπο να σε τέρψει.
Η εκκλησία του Michel αποτελεί ένα παράδειγμα.


Η πόλη του βορρά μπορεί να υπερηφανευτεί ότι έχει την πιο φωτεινή και ανοιχτόκαρδη εκκλησία που έχω δει.
Έκπληξη! Ποιος το περίμενε?
Αν και δεν φημίζομαι για ροπή προς τα θεία, η εκκλησία αυτή με .... τι? ψάχνω τη λέξη ....(μάγεψε - υπερβολικό, άρεσε - κοινότοπο) με εντυπωσίασε ευχάριστα.


Βρίσκεται στη νέα πόλη (Neustadt) αλλά πολύ κοντά στο ιστορικό κέντρο. Ολόλευκη και φωτεινή, χωρίς πολύχρωμα βιτρώ.
Μόνο χρυσές λεπτομέρειες και ξύλο.
Ο ορισμός του κομψού μπαρόκ, αν μπορεί ποτέ το μπαρόκ να είναι κομψό.


Έχει 3 εκκλησιαστικά όργανα. Διοργανώνονται πολύ συχνά συναυλίες με ένα ή και όλα τα εκκλησιαστικά όργανα όπου γίνεται το αδιαχώρητο (και δικαίως από ό,τι φαντάζομαι).


Το δεύτερο εκκλησιαστικό όργανο.


Το μεγαλύτερο και επιβλητικότερο εκλησιαστικό όργανο.


Ένα προσεκτικό μάτι μπορεί να δει πάνω και αριστερά του οργάνου δύο μαύρα σημαδάκια που είναι τα μικρόφωνα, εναέρια κρατημένα από σχεδόν αόρατα σχοινάκια. Μπροστά στο όργανο είναι τα αναλόγια των μουσικών.


Τα στασίδια έχουν περίτεχνη ξυλόγλυπτη διακόσμηση.


Εγκαταλείπω τον Michel για να ξαναγυρίσω στην παλιά πόλη, την Altstadt.


Η παλιά πόλη έχει πολλές στοές αναγεννησιακού στιλ που μου θυμίζουν έντονα το Τορίνο (χρωστάω ανάρτηση και για αυτό).


Οι στοές στεγάζουν μικρά καφέ, καταστήματα κάθε είδους και τις εισόδους για τα γραφεία και τα διαμερίσματα. Δεν είναι όλες του ίδιου στιλ. Οι αναγεννησιακού στιλ είναι περισσότερο κοντά στο Δημαρχείο και γύρω από τον ποταμό Alster.


Περπατώντας στην πόλη βρίσκει κανείς στοές σε όλο το κέντρο με διάφορα αρχιτεκτονικά στιλ.


Τα ογκώδη κτήρια παραδόξως δε μου δημιούργησαν αποπνικτικό συναίσθημα. Ίσως επειδή υπήρχε λιακάδα, ίσως επειδή γύρω υπήρχαν μεγάλοι πεζόδρομοι και δρόμοι φαρδείς με λίγη κυκλοφορία, ίσως πάλι επειδή υπήρχε απρόσκοπτη θέα στη λίμνη και στο νερό.


Από το Αμβούργο ξεκίνησαν ουσιαστικά την καριέρα τους οι Beatles το καλοκαίρι του 1960. Έπαιξαν αρχικά στο Indra Club, σε μια κακόφημη περιοχή της πόλης και καθώς σύντομα δημιούργησαν παραλήρημα, συνέχισαν στο Kaiserkeller. Έφυγαν σχεδόν κυνηγημένοι στο τέλος του χρόνου αλλά η αρχή είχε ήδη γίνει. Επέστρεψαν πολλές φορές κατά τη διάρκεια της καριέρας τους στο Αμβούργο και ποτέ δεν ξέχασαν ότι οι βάσεις για τη λατρεία τους ξεκίνησαν σε αυτή την πόλη.


Οι εμπορικοί δρόμοι ξεκινούν πολύ κοντά στον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό, τον Hauptbahnhof. Υπάρχουν πολυκαταστήματα και ακριβές φίρμες συγκεντρωμένες σε 2-3 μεγάλους δρόμους με στοές και πολυτελή διακόσμηση.


Στους πεζόδρομους μπορείτε καθίσετε στα υπαίθρια μαγαζάκια και να δοκιμάσετε curry wurst με διάφορες σάλτσες πίνοντας μια κρύα μπύρα. Το wurst (λουκάνικο) είναι προαπαιτούμενο όπως ξέρετε, σε όλη τη χώρα. Το curry wurst αποτελεί μια τοπική παραλλαγή με ιδιαίτερη γεύση.


Οι αρχιτεκτονικές μου ανησυχίες συνέχισαν να εμφανίζονται, προκαλώντας τα σχόλια της παρέας εκείνης της μέρας. Αντιπαρήλθα επιτυχώς τις ειρωνίες του τύπου ότι έχω καταντήσει γιαπωνέζος τουρίστας και συνέχισα να φωτογραφίζω προσόψεις κτηρίων.


Κανέναν από αυτούς δεν θα καλέσω στην πρώτη αναδρομική μου έκθεση φωτογραφίας με τίτλο "προσόψεις κτηρίων της Ευρώπης από έναν μη φωτογράφο, μη αρχιτέκτονα".


Και βέβαια δεν με φρέναραν τα σχόλια! Τουναντίον σκεφτόμουν ότι σε κάθε ταξίδι μου υποχρεώνομαι να φορτώνομαι κάθε φορά και άλλη σαβούρα που τελικά μου δημιουργεί εμπόδια τόσο σε αυτά που θέλω πραγματικά να δω όσο και σε όλα όσα θέλω να κάνω.
Μήπως παραείμαι ευγενής τελικά με τον κόσμο?
Τέλος πάντων, ας μη χαλάω τις φωτογραφίες με άλλες γκρίνιες.


Στους πεζόδρομους του εμπορικού κέντρου της πόλης βρίσκω να πουλάνε στραβές κούπες με το λογότυπο του Αμβούργου και σκίτσα της πόλης με τα αξιοθέατα.
Μια προσεκτικότερη ματιά με κάνει να καταλάβω ότι το Αμβούργο έχει τη φήμη πόλης των ανέμων. Όλο το σκίτσο της κούπας το παίρνει ο άνεμος και το σχήμα της κούπας επίσης. Από μία κακή εκτίμηση της στιγμής ανέβαλα την αγορά της κούπας για άλλη ώρα, η οποία δεν προέκυψε ποτέ.


Πόσο όμορφα διατηρημένα και καθαρά είναι όλα αυτά τα κτήρια! Λες και βάφονται κάθε χρόνο!
Η αντίθεση προβάλλει αμέσως στο μυαλό μου και θυμάμαι πόσο παραμελημένα, βρώμικα και εγκαταλειμμένα ήταν τα κτήρια της Κατάνιας στη Σικελία και πόσο εντύπωση μου είχε κάνει (άλλη ανάρτηση που χρωστάω).


'Ενα από τα πολλά μαγαζιά των στοών.


Οι καλαίσθητες γλάστρες με τα εποχιακά λουλούδια είναι σχεδόν παντού.


Ακαδημαϊκά και μόνο περιεργάστηκα τα καταστήματα του Αμβούργου διότι οι χαλεποί καιροί έδρασαν απαγορευτικά στις όποιες βλέψεις τυχόν είχα.


Το λιτό μπρούντζινο έκθεμα στο δρόμο μου φέρνει στο μυαλό εκείνο το άλλο, το εντυπωσιακό Marriage Carousel της Νυρεμβέργης.


Μια πόλη που το χειμώνα περνάει 3 τουλάχιστον μήνες με χιόνια και άλλους τόσους με κρύο και βροχή είναι φυσικό να έχει προστατευμένες αγορές με αίθρια και σκεπασμένες στοές.


Εάν αυτή η μπυραρία υπήρχε στην Ελλάδα, ένα θα ήταν σίγουρο : το κενό στη δόμηση θα είχε καλυφθεί ως ημιυπαίθριος χώρος και θα ακουμπούσε κανονικότατα ως κατασκευή στο διπλανό κτήριο.


Λίγο παρακάτω από το ναό του Michel ακολουθώ την πινακίδα για την οδό Krayenkamp. Ψάχνω τα Krameramtswohnungen. Αυτός ο γλωσσοδέτης αντιπροσωπεύει μια σειρά από μικρά ξύλινα σπιτάκια του 17ου αιώνα που για 200 χρόνια αποτελούσαν πτωχοκομεία για τις χήρες των μικροεμπόρων της περιοχής.
  

Τώρα πλέον αποτελούν τουριστικό αξιοθέατο και μόνο ένα είναι ανοιχτό και στεγάζει μικρά μαγαζάκια και ένα εστιατόριο (στο οποίο ευχαρίστως θα καθόμουν να πιώ μια μπύρα αν ήθελαν και οι υπόλοιποι ... γκρρρρ...). 


Βρίσκομαι στο Alsterfleet, αντικρύζω από τη μια το ποτάμι και από την άλλη τη λίμνη. Αυτό το κανάλι χωρίζει ουσιαστικά την παλιά από τη νέα πόλη αν και πρακτικά φαίνεται ότι έχουν συγχωνευτεί πλέον οι δυο τους.
Κόσμος πάει κι έρχεται από την πλατιά γέφυρα. Δεξιά μου είναι οι ελκυστικές στοές Alsterarkaden και από την άλλη μεριά ξεκινούν τα καραβάκια για τις μικρές κρουαζιέρες στα κανάλια και τις λίμνες.


 Στο Alsterfleet υπάρχει ένα υπερυψωμένο καφέ με βεράντα και θέα στη λίμνη. Η βουή των εμπορικών δρόμων φτάνει μέχρι εμάς που πίνουμε τη μπύρα μας με θέα το συντριβάνι της λίμνης και τα τρένα που περνάνε από τη γέφυρα της.  


Κοντεύει να βγει ο Σεπτέμβρης και η πόλη ήδη ετοιμάζεται για το Octoberfest. Εποχή για λουκάνικα και μπύρες, εποχή φιέστας για τους γερμανούς, όσο σοβαροί κι αν είναι.


Μπορεί να μη σας έχω φωτογραφίες του Michel απ΄ έξω αλλά τουλάχιστον έβγαλα έναν άλλον άγιο με το γνωστό κοκκινωπό τουβλάκι.


Στο βάθος φαίνεται η πιο παλιά γέφυρα που συνδέει την παλιά με τη νέα πόλη. Ας πλησιάσω.


Είναι η ιστορική Trostbrucke. Ήσυχη και με δέντρα που σκιάζουν το μεγαλύτερο μέρος της.


Έχει δύο αγάλματα. Το ένα είναι ο κόμης Αδόλφος που έχτισε τη νέα πόλη. Τον βλέπετε πλάτη.


Ο άλλος είναι ο πρώτος αρχιεπίσκοπος του Αμβούργου.


Ιδού ένα ηλιακό ρολόι.


Ο αρχιεπίσκοπος σε μια καλλιτεχνική πόζα!


Οι διαβάτες πηγαίνουν στις δουλειές τους και με περιεργάζονται.
Γιαπωνέζος τουρίστας με ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά, σκέφτονται.


Τίτλος της φωτογραφίας : παλιό και καινούργιο


Παλιό και καινούργιο : αετώματα, στολίδια και στο βάθος σύγχρονα λογότυπα.


Παλιό και καινούργιο : ορθή γωνία κτηρίων με μοντέρνα στριφογυριστή μεταλλική σκάλα.


Πίσω από την παλιότερη γέφυρα είναι ο ναός του Αγίου Νικολάου. Μάλλον, τα ερείπια του ναού, ο οποίος πλέον αποτελεί αντιπολεμικό μνημείο.
Ο μεσαιωνικός αυτός ναός κάηκε στη μεγάλη πυρκαγιά του 19ου αιώνα και ξαναχτίστηκε για να καταστραφεί από τον βομβαρδισμό των συμμάχων.


Πίσω ακριβώς από τον ναό βρίσκεται αυτό το χαριτωμένο συντριβάνι σε ένα δρόμο με πλατάνια.


Πολλά τα οχυρωματικά έργα στην πόλη!
Είναι φυσικό για μια τόσο οργανωμένη πόλη να μην αφήσει στην τύχη τις διαθέσεις των τριών ποταμιών της.


Εδώ ήταν που σκέφτηκα να βουτήξω ένα ποδήλατο από τη γέφυρα και να κάνω μια βόλτα στην πόλη. Αν ήξερα με βεβαιότητα ότι θα ξανάβρισκα το μέρος θα το έκανα.


Πολύ σπάνια συνάντησα διεξόδους στα σπίτια της πόλης όπως αυτό το μικροσκοπικό μπαλκόνι που θυμίζει μεσόγειο. Τα σπίτια τους δεν έχουν μπαλκόνια. Άλλωστε τι να τα κάνουν? Έχουν πάρκα να βγουν, έχουν όχθες να περπατήσουν και πεζόδρομους, παγκάκια καθαρά να καθίσουν.
Το μικρό όμως αυτό μπαλκονάκι, αν απλώς μου το έδειχναν, θα έλεγα ότι βρίσκεται κάπου στην Αθήνα. Μετά θα πρόσεχα τα διπλά παράθυρα και το συναγερμό και θα αναθεωρούσα.


Η γειτονιά αυτή είχε και άλλα σπίτια με μπαλκόνια.


Είμαι πάλι στον Alsterfleet, το κανάλι με τη φαρδιά γέφυρα.
Συναντώ για τρίτη φορά έναν νέο άνθρωπο, την κοπέλα της φωτογραφίας, να δείχνει αυτή την εφημερίδα. Έχω ξαναδεί τις προηγούμενες μέρες δύο νεαρούς σε άλλα σημεία της πόλης με την ίδια εφημερίδα. Το κοινό σημείο για όλους είναι ότι έχουν παραμελημένη εξωτερική εμφάνιση. Αποφασίζω να φωτογραφίσω και να ρωτήσω στη συνέχεια το Μανώλη μήπως ξέρει.
Η απάντηση μου έρχεται με e-mail.
Ο τίτλος του περιοδικού είναι Hinz & Kunzt και σημαίνει σε ελεύθερη μετάφραση "Κόσμος και κοσμάκης". Πρόκειται για ένα πρόγραμμα βοήθειας των άστεγων, οι οποίοι είναι πολλοί στο Αμβούργο. Σύμφωνα με το πρόγραμμα αυτό οι άστεγοι έχουν το δικαίωμα να πουλούν το περιοδικό, το οποίο περιέχει χρήσιμες για τους τουρίστες πληροφορίες (πολιτιστικά, εκδηλώσεις στην πόλη, άρθρα κλπ) προς 1,90 ευρώ κερδίζοντας οι ίδιοι ένα πολύτιμο ευρώ ανά τεύχος για τη
συντήρησή τους. Αν το ήξερα θα είχα αγοράσει.


Ανηφορίζω για το ξενοδοχείο μου. Βρίσκομαι στον μεγάλο εμπορικό δρόμο Monckebergstrasse, οικεία στους ντόπιους ως Mo.
Επισκέπτομαι το υπαίθριο λουκανικοπωλείο της μικρής πλατείας, που φέρει το ένδοξο όνομα του δρόμου. Mo Grill. Εγώ και ένα σωρό κάτοικοι τρώμε ζουμερό λουκάνικο με μουστάρδα και ψωμάκι στα όρθια. Το μόνο που μου λείπει είναι μια κρύα μπύρα αλλά δυστυχώς απαγορεύεται να πουλιέται στα ταχυφαγεία του δρόμου.
Αργά το βράδυ που ξαναπερνάω, το Μο είναι κλειστό και η γύρω περιοχή μισοσκότεινη. Διακρίνω ένα όχημα σαν ασθενοφόρο στην πλατεία και μια μεγάλη ουρά στην ανοιχτή του πόρτα. Πλησιάζω και βλέπω την υπηρεσία του Δήμου να μοιράζει φαγητό στους άστεγους.


Λίγο παραπάνω, βρίσκεται η χλιδάτη στοά που στο βάθος της είναι η είσοδος του ξενοδοχείου που μένω. Κάπως ανορθόδοξο μέρος για είσοδο ξενοδοχείου αλλά φαίνεται δεν είχαν άλλη επιλογή όταν το έχτιζαν. Ένας εκτρωματικός κένταυρος μου κόβει την όρεξη κάθε που μπαίνω.


Το ξενοδοχείο μου θα μου μείνει αξέχαστο για δύο πράγματα.
Το ένα ήταν το πρωινό με το χυμό και τον πουρέ μάνγκο. Τι άρωμα! Τι γεύση! Έφαγα και ήπια τεράστιες ποσότητες, στα όρια της διάρροιας.
Το άλλο ήταν ο υπόγειος χώρος με το γυμναστήριο, την πισίνα, το χαμάμ, το τζακούζι και τη φιλανδική σάουνα. Μια και ξυπνάω βρέξει - χιονίσει από τη μαύρη νύχτα χρόνια τώρα, κατέβαινα στα άδυτα, κολυμπούσα, μετακόμιζα στο τζακούζι, τρύπωνα στο χαμάμ και λίγο πριν την αποπληξία ξαναπήγαινα στο τζακούζι!
Έτρωγα τον πουρέ μου με ένα δερματάκι φρέσκο και ροδοκόκκινο.


Έχω δει και θαυμάσει πολλές φωτογραφίες με σκάλες εσωτερικού χώρου. Έβγαλα κι εγώ μια με τα πενιχρά μου μέσα.


Τελειώνει η βόλτα μου στο Αμβούργο. Είναι από τα μέρη που θα ήθελα να επιστρέψω γιατί ένεκα η σαβούρα που με περιόριζε δεν είδα πολλά από όσα ήθελα να δω. Δεν είδα κάποιες γειτονιές της, δεν έκανα κρουαζιέρα στις λίμνες, δεν πήγα στις δυο γειτονιές στην απέναντι όχθη του ποταμού, δεν είδα το υπόγειο τούνελ που περνάει κάτω από το ποτάμι Έλβα. Μα το πιο κυριότερο : δεν είδα την περιβόητη ψαραγορά που ανοίγει από τις 5-10 το πρωί της Κυριακής. Κανένας δεν ήθελε να σηκωθεί τόσο πρωί.


Θα πρέπει τώρα να απαντήσω στη γνωστή ερώτηση που μου υποβάλλω τώρα τελευταία.
Θα μπορούσα να ζήσω στο Αμβούργο?
Ναι. Είναι από τις πόλεις που θα μπορούσα να ζήσω μόνιμα.
Το σίγουρο είναι ότι θα γραφόμουνα μέλος του υπογείου του ξενοδοχείου με το χαμάμ και την πισίνα και πριν πάω στη δουλειά μου θα εντρυφούσα για μια αναζωογονητική ώρα στα άδυτα.